ΣΤΡΑΒΙΣΜΟΣ – ΑΜΒΛΥΩΠΙΑ
Τι είναι στραβισμός;
Υπάρχουν διάφορα χαρακτηριστικά του στραβισμού όπως είναι ο έκδηλος και ο λανθάνων (ο δεύτερος εμφανίζεται μόνο όταν το άτομο είναι κουρασμένο, αφηρημένο, άρρωστο ή όταν εστιάζει σε κοντινά αντικείμενα), ο συνεχής και ο διαλείπων, ο συνεκτικός και ο μη συνεκτικός (αν η γωνία της παρέκλισης μεταξύ των δύο οφθαλμών είναι ίδια σε όλες τις βλεμματικές θέσεις ή όχι), ο ετερόπλευρος και ο επαλλάσων (αν στραβίζει πάντα το ίδιο μάτι ή πότε το ένα και πότε το άλλο) κ.ά. Στον παραλυτικό στραβισμό, χωρίς να υπάρχει πραγματικός στραβισμός, έχουμε πρόβλημα της οφθαλμοκινητικότητας λόγω παράλυσης κάποιου μυ, μετά από βλάβη του αντίστοιχου κινητικού νεύρου.
Περίπου το 5% του πληθυσμού (4% των παιδιών), πάσχει από κάποια μορφή στραβισμού.
Ποιες ειναι οι αιτιες;
Οι αιτίες του στραβισμού μπορεί να είναι :
- Κληρονομικές
- Ιδιοπαθείς
- Παθήσεις ή τραύματα του εγκεφάλου
- Συστηματικά νοσήματα (μυασθένεια, θυροειδής, διαβήτης κλπ.)
- Αμβλυωπία
- Προωρότητα
Ποτε εμφανιζεται;
Στα παιδιά εμφανίζεται μέσα στο πρώτο έτος της ζωής ή μετά τον 18ο μήνα, όταν αρχίζουν να εστιάζουν σε κοντινά αντικείμενα. Τους 3 πρώτους μήνες η ύπαρξη στραβισμού δεν αξιολογείται, γιατί τα μάτια δεν συνεργάζονται ακόμα μεταξύ τους. Στους ενήλικες μπορεί να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία και οφείλεται συνήθως σε κάποιο νόσημα ή σε τραυματισμό.
Τι συμπτωματα εχει;
Εκτός του κοσμητικού προβλήματος, στους ενήλικες είναι και η διπλωπία. Στα παιδιά συνήθως δεν υπάρχουν συμπτώματα διπλωπίας, γιατί γρήγορα ο εγκέφαλός τους μαθαίνει και αγνοεί (καταστέλλει) το είδωλο του ματιού που στραβίζει και έτσι δεν βλέπει δύο διαφορετικές εικόνες. Υπάρχει όμως στα παιδιά ο μεγάλος κίνδυνος της αμβλυωπίας (τεμπέλικο μάτι).
Τι ειναι η αμβλυωπια;
Είναι η αδύνατη όραση του ενός ματιού (σπανιώτερα και των δύο), που προκαλείται από τη μη χρήση του ματιού κατά τη βρεφική, νηπιακή και παιδική ηλικία και η οποία δεν βελτιώνεται με τη χρήση γυαλιών ή άλλων βοηθημάτων οράσεως. Τα πρώτα 7-8 χρόνια της ζωής, η όραση είναι πλαστική. Πλάθεται, δηλ. αναπτύσσεται, ανάλογα με τα οπτικά ερεθίσματα που δέχεται καθημερινά. Κάθε εμπόδιο στα οπτικά ερεθίσματα, μπορεί να προκαλέσει αμβλυωπία. Έτσι μπορεί να οφείλεται σε ανοψία (όταν το φως εμποδίζεται να εισέλθει μέσα στο μάτι π.χ. λόγω συγγενούς καταρράκτη), σε στραβισμό (όταν η εικόνα του ματιού που στραβίζει απωθείται από τον εγκέφαλο για να αποφύγει τη διπλωπία) ή σε μεγάλη ανισομετρωπία (όταν υπάρχει μεγάλη διαφορά στο διαθλαστικό πρόβλημα του ενός ματιού από το άλλο και ο εγκέφαλος ασυναίσθητα, χρησιμοποιεί περισσότερο το μάτι με το μικρότερο πρόβλημα και επομένως τη καθαρότερη εικόνα). Είναι δύσκολο η αμβλυωπία να γίνει αντιληπτή από τους γονείς, γιατί το παιδί, ειδικά όταν είναι πολύ μικρό, βλέπει καλά από το ένα μάτι και δεν παραπονιέται ούτε δείχνει να έχει πρόβλημα στις καθημερινές του δραστηριότητες.
Ποια ειναι η θεραπεια του στραβισμου και της αμβλυωπιας και ποτε πρεπει να γινει;
Αρχικά θα πρέπει να αποκλείσουμε τη περίπτωση του φυσιολογικού στραβισμού και του ψευδοστραβισμού. Στραβισμός μπορεί να υπάρχει φυσιολογικά τους πρώτους 3 μήνες της ζωής, επειδή στο διάστημα αυτό οι μύες των δύο ματιών δεν συνεργάζονται μεταξύ τους. Αν όμως συνεχίσει να υπάρχει και μετά το 3ο μήνα, θα πρέπει να ζητηθεί η βοήθεια του οφθαλμιάτρου. Ο ψευδοστραβισμός οφείλεται συνήθως στη πλατειά βάση της μύτης που συχνά εμφανίζουν τα βρέφη ή στην ύπαρξη μεγάλης βλεφαρικής πτυχής στο επάνω βλέφαρο προς τη πλευρά της μύτης (επίκανθος) και υποχωρεί καθώς το παιδί μεγαλώνει. Η διάγνωση όμως για το αν πρόκειται για “φυσιολογικό” στραβισμό ή ψευδοστραβισμό, θα πρέπει να γίνει από οφθαλμίατρο.
Στόχοι της θεραπείας είναι :
- 1.Η διόρθωση της όρασης με γυαλιά (και σπανιώτερα με φακούς επαφής ή laser), εφ’ όσον χρειάζεται.
- 2. Η ανάταξη της αμβλυωπίας, όταν υπάρχει.
- 3. Η διόρθωση του στραβισμού.
Η διόρθωση της όρασης με γυαλιά θα προσφέρει ευκρινέστερα είδωλα στον εγκέφαλο, θα χαλαρώσει την υπερβολική προσαρμογή που προκαλεί η υπερμετρωπία στα παιδιά και που είναι αιτία εμφάνισης στραβισμού (προσαρμοστικός στραβισμός) και θα εξαλείψει τυχόν ανισομετρωπία που μπορεί να προκαλέσει αμβλυωπία. Για το λόγο αυτό ο έλεγχος της διάθλασης θα πρέπει να είναι ακριβής και να γίνει με διασταλτικές σταγόνες (κυκλοπληγία). Την ίδια ώρα ελέγχεται και ο βυθός των ματιών για τυχόν ανωμαλίες. Στην εσωτροπία συνήθως υπάρχει υπερμετρωπία, η οποία αυξάνει μέχρι την ηλικία των 6-8 ετών και μετά βαθμιαία ελαττώνεται μέχρι την ηλικία των 14 ετών. Στην εξωτροπία μπορεί να υπάρχει μυωπία ή αμβλυωπία. Τα γυαλιά θα πρέπει το παιδί να τα φοράει συνέχεια και για όσο καιρό χρειαστεί και να ελέγχεται από οφθαλμίατρο, ανάλογα κάθε 3, 6 ή 12 μήνες.
Η θεραπεία της αμβλυωπίας, εφ’ όσον υπάρχει, αποσκοπεί αφ’ ενός στην άρση της αιτίας που την προκάλεσε, αφ’ ετέρου στην ενδυνάμωση του αδύνατου ματιού. Θα πρέπει να αρχίσει όσο το δυνατόν νωρίτερα, έτσι ώστε και λιγότερο να διαρκέσει, αλλά και καλλίτερα αποτελέσματα να έχουμε. Μετά την ηλικία των 7-8 ετών, η αμβλυωπία δεν θεραπεύεται και εκτός από ελάχιστες περιπτώσεις είναι μόνιμη για όλη τη υπόλοιπη ζωή. Εδώ επομένως βρίσκεται και η μεγάλη σημασία του προσχολικού οφθαλμιατρικού ελέγχου! Συνήθως η αντιμετώπιση της αμβλυωπίας και αφού έχει προηγηθεί η άρση της αιτίας που την προκάλεσε, περιλαμβάνει ένα πρόγραμμα κλεισίματος του καλού ματιού για να βοηθηθεί το αδύναμο. Το πρόγραμμα αυτό, που μπορεί να διαρκέσει μήνες ή και χρόνια, θα το καθορίσει ο οφθαλμίατρος, ανάλογα με την ηλικία του παιδιού και τη σοβαρότητα της κατάστασης. Το κλείσιμο θα γίνεται με ειδικά αυτοκόλλητα καλύμματα επάνω στο δέρμα και όχι στο φακό του γυαλιού. Πολλές φορές τα παιδιά (ιδίως τα πιο μεγάλα), αντιδρούν στη κάλυψη. Εδώ υπεισέρχεται ο ρόλος των γονέων, οι οποίοι θα πρέπει να επιδείξουν υπομονή και επιμονή, είτε επιβραβεύοντας είτε συμμετέχοντας (προσωρινά) όλη η οικογένεια στο κλείσιμο. Συνήθως η αντίδραση του παιδιού κρατά μερικές μέρες. Μετά αφενός συνηθίζει, αφετέρου βελτιώνεται η όραση του αδύνατου ματιού και αποδέχεται το κλείσιμο. Αν τελικά δεν μπορεί να το συνηθίσει, θα πρέπει να αναζητηθούν από τον οφθαλμίατρο άλλες εναλλακτικές λύσεις.
Η θεραπεία του στραβισμού είναι χειρουργική και θα πρέπει να αποφασιστεί όταν, παρά τη χρήση των γυαλιών και τη θεραπεία της αμβλυωπίας, ο στραβισμός εξακολουθεί να υπάρχει, άσχετα αν έχει ελαττωθεί σε μέγεθος. Η εγχείρηση γίνεται με γενική αναισθησία. Ο χειρουργός μεταθέτει ή βραχύνει τους μύες του ενός ή και των δύο ματιών ανάλογα, επιτυγχάνοντας έτσι την επιθυμητή οφθαλμοκινητική ισορροπία. Μερικές φορές είναι πιθανό να χρειαστεί και δεύτερη χειρουργική επέμβαση για την επίτευξη του επιθυμητού αποτελέσματος, μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Μετά την επέμβαση, το παιδί θα εξακολουθεί να φοράει τα γυαλιά του, εφ’ όσον του έχουν δοθεί, δεδομένου ότι η επέμβαση δεν γίνεται για να βγουν τα γυαλιά, αλλά για να διορθωθεί ο στραβισμός. Επίσης και η κάλυψη του ματιού μπορεί να χρειαστεί να συνεχιστεί σε μερικές περιπτώσεις.
Η επέμβαση του στραβισμού είναι συνήθως ασφαλής και αποτελεσματική για την ευθυγράμμιση των ματιών, αλλά δεν μπορεί να αντικαταστήσει τα γυαλιά και την θεραπεία της αμβλυωπίας. Γενικά η θεραπεία του στραβισμού και της αμβλυωπίας είναι εξατομικευμένη, γιατί η κάθε περίπτωση μπορεί να είναι διαφορετική. Επομένως ο θεράπων οφθαλμίατρος είναι εκείνος που τελικά θα σχεδιάσει και θα εκτελέσει την κατάλληλη για τη κάθε περίπτωση θεραπευτική αγωγή.